16 C
Athens
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024

Δύο ελληνικά αιτήματα για δημοσιονομική ευελιξία

Ειδήσεις Ελλάδα

Από την έντυπη έκδοση

Μπαίνουμε πλέον στην τελική ευθεία για την επαναδιαπραγμάτευση, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταθέτει τις προτάσεις της ενδεχομένως και μέσα στην εβδομάδα. Αυτό σημαίνει ότι οι χώρες-μέλη θα έχουν στα χέρια τους μια «βάση» διαπραγμάτευσης, με τη λήψη των τελικών αποφάσεων -οι οποίες τοποθετούνται χρονικά εντός του 2023- να λαμβάνονται σε επίπεδο αρχηγών κρατών. Η Ελλάδα προσέρχεται με δύο βασικά αιτήματα: το ένα έχει να κάνει με την… ταχύτητα απομείωσης του δημοσίου χρέους (κάτι που ουσιαστικά συνδέεται με τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας για τα επόμενα πολλά χρόνια) και το δεύτερο σχετικά με το κατά πόσο θα μπορούν να εξαιρεθούν (ή να προσμετρηθούν διαφορετικά) από το πρωτογενές αποτέλεσμα οι δαπάνες για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Ειδικά οι προϋπολογισμοί από το 2024 και μετά θα είναι γεμάτοι από τέτοιες δαπάνες, καθώς με βάση τον ισχύοντα κανονισμό, η δαπάνη εγγράφεται στον κρατικό προϋπολογισμό με την παραλαβή του εξοπλισμού και όχι με την παραγγελία. Ως εκ τούτου, έχουμε μπροστά μας την εγγραφή στο σκέλος των δημοσίων δαπανών και των φρεγατών Μπελαρά και των γαλλικών αεροσκαφών Ραφάλ.

Ως προς το σκέλος της ταχύτητας απομείωσης του δημοσίου χρέους, η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκει πολλούς συμμάχους στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με ρυθμισμένο πλέον το χρέος της και με τη δυνατότητα να κρατήσει σταθερή τη δαπάνη για τους τόκους για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Ελλάδα θέλει να διασφαλίσει μικρότερη… ταχύτητα απομείωσης του χρέους. Με τα σημερινά δεδομένα, υπάρχει υποχρέωση μείωσης της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 60% και με ρυθμό της τάξεως των 5 ποσοστιαίων μονάδων ετησίως. Με τα σημερινά δεδομένα, αυτός ο στόχος θεωρείται ανέφικτος όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για πολλές ακόμη ευρωπαϊκές χώρες, ειδικά στον Νότο. Το σενάριο που είχε κυκλοφορήσει προ ημερών -και το οποίο μένει να επιβεβαιωθεί αν θα ενσωματωθεί στις αυριανές προτάσεις της Κομισιόν- προβλέπει αύξηση από το 60% στο 90%, με το συγκεκριμένο ποσοστό να αποτελεί «ενδιάμεσο στόχο». Αν αυτό επιβεβαιωθεί, η Ελλάδα θα πρέπει να μειώνει την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ κατά 3,5 μονάδες (κατά μέσο όρο) σε ετήσια βάση, κάτι που είναι σαφώς πιο «βατό».

Το γεγονός ότι για τις χρήσεις του 2021 και του 2022 η Ελλάδα πέτυχε διψήφια μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ (από το 205% του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουμε φέτος κάτω από το 170%), δεν σημαίνει ότι αυτό μπορεί να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Η μεγάλη μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ για το 2021 και για το 2022 -η οποία είναι πιθανό να επαναληφθεί και το 2023- οφείλεται στην ανοδική αντίδραση του πραγματικού ΑΕΠ, αλλά και στον πρωτόγνωρα υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος έφερε το ονομαστικό ΑΕΠ στα επίπεδα των 210-212 δισ. ευρώ για το σύνολο της φετινής χρονιάς.

Η σύσφιγξη της δημοσιονομικής πολιτικής προγραμματίζεται για το 2024 και μετά, καθώς το 2023 είναι έτος εφαρμογής της ρήτρας διαφυγής. Εκτιμάται ότι η Ελλάδα θα κληθεί να συντάξει τον προϋπολογισμό του 2024 με πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2,5%, στόχος σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο του 2023. Άρα, όποιο και αν θα είναι το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, η χώρα θα έχει μπροστά της τη σύσφιγξη της δημοσιονομικής πολιτικής.

Ειδήσεις

ΠΗΓΗ

Σχετικά άρθρα

Θέσεις εργασίας - Βρείτε δουλειά & προσωπικό