21.6 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Μετά την παρέλαση – ΤΟ ΒΗΜΑ

Ειδήσεις Ελλάδα

« (…) Ελλάδα, τότε που σκέφτηκα να σ’ ονομάσω. Αγνώριστη, με πιο πολλά κιλά. Κρατούμενη στο «Μεταγωγών». Στις Σκιρωνίδες πέτρες πετσοκομμένη, ύστερα αναστημένη, ύστερα ανασυστημένη από κοινοπραξίες εργολάβων. Τώρα, δυστύχημα στις σήραγγες με τα αρχαία ονόματα, σφηνωμένη στον ένα και μοναδικό μαγνητικό τομογράφο του Λαϊκού. Ανέκαθεν με τρόμαζε η μαύρη ράχη σου γυρισμένη, με εντολή του ακτινολόγου στην πίσω μεριά του μουσαμά της Σφαγής της Χίου, πριν καταστρέψουν το κορμί σου οι γιατροί. Έχοντας στο παλμαρέ σου, αθλήτρια, τις παλιές επιδόσεις σου, μού φαίνεται φυσικό να σε επικαλούμαι χωρίς να έχω καμιά δουλειά στην εντατική που μας κρατάει όλους μόλις στη ζωή.Τί ηρεμία τότε και τί καταιγίδα. Κάτω από την πλαστή ηρεμία του πένθους.Αναλώσιμη είσαι σαν τις νύχτες στην Ακρόπολη, μεγάλες άδειες νύχτες εις πείσμα του Αττικού φωτός, των ραβδώσεων των κυμάτων του Σαρωνικού, των δαφνών στους τάφους και τα ηρώα.Ονοκρόταλοι Πελεκάνοι. Τσαλαπατημένοι Πρωθυπουργοί.Ε, και λοιπόν;Τι με εμποδίζει να στους αναφέρω;Ύστερα έπεσα να κοιμηθώΚαι τότε έστρεψα το πρόσωπό μου και είπα:– Δεν με γνωρίζεις πλάσμα διαταρακτικό;Ο ήλιος με οδήγησεόχι η αλκή του ζώουκι είμαι αυτό που κράτησετον ίσκιο σου, εκτόςΗ επιμονή του επιρρήματοςκι ό,τι έμεινε από το επηρμένο σουόταν γράφω για σένα– σειρά υποκειμένου, ρήματος, προσδιορισμούΗ ακολουθία χρόνωνΗ consecutio ενός ξεκουτιασμένουΟ υπήκοός σου είμαιπου περιφέρει την κομμένη κεφαλήστη Σόλωνος και τη Σκουφάακολουθώντας στην περιφορά τους ΥπουργούςΑυτο-κηδεύομαιΚηδεμονεύομαιΠαρά μικρόν εδέησα αποθανείνΤο απαρέμφατο με το ουσιαστικότου ονόματός σου, ομιλώμε μια φωνή βραχνήσα να αναγγέλλωλόγια διαφορετικά από αυτά που είπεςαπ’ όσα μ’ έμαθαν οι άλλοι να σου πωΠρόκες στο στόμαΕίσαι η προβολή του ΛάζαρουΤαινία μεταγλωττισμένη των Παθών σουΠαίζεσαι στην οθόνηφασκιάς κακού μωρούσυναρμοσμένου στήθους με το στόμαΣε κόγχη ιστορήθηκεςδια χειρός Κόντογλουστον Άγιο Λουκά επί της ΠατησίωνΦρίττωΌμως και πάλι ξεκουράζομαικαθώς εξέρχεσαι απ’ τη ζωγραφικήκρατώντας ξύλο με σφηνοειδή αιχμήκαι την Αγία ΖώνηΣπέρνοντας θύελλεςσπάζεις τα τζάμια του ναούΞεβράζεσαι ύστεραστο χείμαρρο που έπνιξε τη ΜάντραΤα στεγανά, γεμίζει ο καιρόςβυθίζεσαι ενώπιόν μου, περιέργως πώςΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣΚαθαρές θάλασσεςστο μικροσκόπιο Κέντρου ΕρευνώνΣημαίες!(…)Τόσα πολλά τα επουσιώδηπου είμαστεΤόσο επίμοναΔιαπιστευμένα από εμάςΤόσα και τόσατα ηττημένα μάλλονΣτα μάτια φαίνεται η ντροπήΣυγκεντρωμένοι Έλληνεςόλοι φλεγόμενοι όλοι στητοίως Ηρακλής ροπαλοφόροιντυμένοι με χιτώνεςντυμένοι με τα πλαστικάΆστεγοι, εκπρόθεσμοι, σμπαραλιασμένοιΤώρα τις τρύπες από τα Δεκεμβριανάμάθανε να βουλώνουνσε προπολεμικά ντουβάριαμε έτοιμη «λάσπη»Τώρα εξάλειψαν αυτόν που δεν υπάρχει πιαέχοντας τη συναίσθησηπως ούτε καν υπήρξεΤώρα, με μια απόξεση συνείδησηςαπό νοσηλεύτρια Γεωργιανή, επιβιώνουνΤώρα ζυμώνουν οι ίδιοι το ψωμίκαι νιώθουν το χάσμα της ΕλλάδαςΕίναι εδώ στη θέση μουεπαυξημένοιΕίμαστε όλοι, εδώπολλές οργιές, αλλά στην επιφάνεια του ΑιγαίουΣτη Λέσβο, κάτω πνιγμένα τα μικρά παιδιάχωρίς να ανοίγει πάνωο ουρανός του ΓκρέκοΠροσπάθησα, ξανά κι αποτυγχάνωΤσιτάτα είναι ο διεθνισμός και ο ΜπέκετΓράφω και μετρώ, Ελλάδα. Αυτό που δεν μπόρεσα να πω. Το σκουριασμένο συρματόπλεγμα. Το κοτετσόσυρμα για μάντρα. Τσιμεντωμένες ξερολιθιές από Αλβανούς. Βαλίτσες με λεφτά. Τώρα για πρώτη φορά καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι. Τόσο που να μην ξέρω να πω, τι. Γνωρίζω όμως –το έμαθα εδώ– πως δεν είσαι μόνο αυτό που υπό κλίμακα βλέπω στο χάρτη ούτε κι αυτό στην κλίμακα του σώματός μου. Είσαι έξω από εδώ. Έξω από δω εκθέτεις την ιστορία μου και τη χαλάς. Ακάνθινα μνημόνια. Το σχέδιο Μάρσαλ. Οι Έλληνες, σκιές. Προστατευμένοι μάρτυρες ο ένας του άλλου.Γιατί είναι άφαντη η επιτροπή Κεφαλαιοαγοράς(…)Συμπατριώτες μου, τα δέντραΑλλάζει η Ελλάδακαι στις μεγάλες πυρκαγιές–με τη θαμπάδα αρχόντισσας–στρέφει το βλέμμα της στη μαύρη ράχηΣυμπαραστάτες μου, τα δέντραμιας γης ονομασμένηςκαι χτυπημένης από κεραυνούςστα χέρια χάρτινων θεώνΠοιός λόγος για τα ξέφωτα και τους βωμούς;Δέντρα-πυρσοίΜεταλικές κεραίες του Υμηττούσύρτε σε σπήλαιο τηλεοπτικότις Αντιγόνες μου– όπου απ’ το τίποτα, τίποτα δεν προκύπτειΚόρες,προνομιούχα πλάσματαμηδενικού βεληνεκούςεξερχόμενες φραγές που εξοργίζετετους στύλους του Ολυμπίου Διόςτουρίστριες στη χώρα τουριστώνΕνώ άνωθενσας μέμφεται η ΑθηνάΔιαλύεται στη λήθη η θεάπλάι στα ανάγλυφατης Παναθήναιας πομπήςΓύψος και ασβέστηςσε γράμματα ελληνικά, ξεθωριασμένασε λινκ αλλόγλωσσοΡάχη που σκύβειγια να περάσει από κάτω, τί;Τα δέντρα, σύντροφοί μουΣ’ αυτή τη χώρα ανήκουμε όλοικαι ο καθέναςΟικονομούμε πατριωτισμόστο στρίφωμά τηςΞοδεύουμε τα νηπενθήμιας λογοτεχνικής διττογραφίαςστην ΤασκένδηΤριβόμαστε στα πόδια τηςερωτύλοι της κακιάς συμφοράςΑνθρωπογεωγραφία σκοτεινήαπό τη μεριά της Αλεξάνδραςστο Πεδίο του ΆρεωςΣτις αποφράδες μέρες τηςφεύγουμε απ’ το σπίτιΖούμε κι’ όταν οι άλλοι ζουνόταν στα μητρώα της–επί ληξιαρχίας Διονυσίου Σολωμού–ο κατάλογος όσων γεννήθηκαν πολύ νωρίςθα αναφέρεται σ’ εμάςτα θύματα μακροζωίαςΊσως και να ’ναι η μία ζωή τιμωρίαγια κάποια άλληΌπως του γιου η ζωήγια ’κείνη του πατέραΤη χώρα επικαλούνταιλεγεωνάριοι με πολιτικάοι κάκτοι και τα ναρκωτικάτο πράσινο χαλκούοι ανδριάντες ήρωεςη ελαφρόπετραοι πεθαμένοιΑλλά προς τι;Ο Απολλώνιος δεν πρόκειται να αναληφθεί (…) »*

* Αποσπάσματα από το μακρύ ποίημα «Λευκή Ελλάδα», εκδόσεις Περισπωμένη, 2018.

Ειδήσεις

ΠΗΓΗ

Σχετικά άρθρα

Θέσεις εργασίας - Βρείτε δουλειά & προσωπικό